Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Μικρά και μεγάλα καθημερινά «όχι»

Κάποιες φορές συμβαίνει ένα λάθος κλικ, ένα στιγμιαίο λάθος στο πλήκτρο,
να σε οδηγήσει σε κείμενα στολίδια.
Έτσι και σήμερα, ψάχνοντας να διαβάσω
το χρονογράφημα του φίλου Πέτρου Μανταίου στην Εφημερίδα των Συντακτών,
το «λάθος κλικ» έφερε μπροστά μου το παρακάτω θαυμάσιο κείμενο του Μετέωρου.
Άλλωστε και οι λάθος κινήσεις στη ζωή μας δεν μας δίνουν μαθήματα;
Ας είμαστε ευγνώμονες και στο λάθος.
Στρ. Δουκάκης


Ταξιδεύοντας με το μετρό, τον Ηλεκτρικό ή το τραμ έρχεσαι πρόσωπο με πρόσωπο με αγνώστους. Μπορείς να ανασάνεις την αύρα τους, να ρινηλατήσεις τα χνώτα τους και μ' ένα απότομο φρενάρισμα να πέσεις ξαφνικά στην αγκαλιά τους. Τόσο κοντά βρίσκεσαι σπανίως ακόμα και με τους οικείους σου. Περιεργάζεσαι ενδελεχώς τις φάτσες τους και μόλις οι ματιές διασταυρωθούν, χαμηλώνουν από ντροπή, λες και πιάστηκε ο ένας να ψάχνει με αδιακρισία τα συρτάρια του άλλου, να διαβάζει λαθραία το προσωπικό του ημερολόγιο, να εμφιλοχωρεί στα άδυτα της ψυχής του. Ξέρεις πως σε δέκα λεπτά, το πολύ σ' ένα τέταρτο, θα ανοίξει η πόρτα και θα κατεβούν, θα βυθιστούν στα ερέβη της ανυπαρξίας και θα 'ναι σαν να μην τους αντίκρισες ποτέ. 
Ρωτάς με το βλέμμα μολαταύτα. Εξακολουθείς να παρατηρείς και την τελευταία λεπτομέρεια στα χαρακτηριστικά τους, την πιο αμυδρή ατέλεια, προσπαθώντας να μαντέψεις από πού έρχονται και πού πάνε, να διακρίνεις στις στιγμιαίες λάμψεις της έκφρασής τους τα βάσανα, τις ελπίδες, τα όνειρά τους. Ενα αλλόκοτο σάστισμα διαχέεται στην ατμόσφαιρα. Έχουμε μάθει να αντιμετωπίζουμε τον ξένο ως απειλή, να υψώνουμε τείχη μπροστά του, να κρυβόμαστε στον εαυτό μας, κλειδαμπαρώνοντας ερμητικά το όστρακό του. Τραυλίζουμε ενστικτωδώς ένα βροντερό «όχι» στην ανθρώπινη επαφή. Αφιλότιμη η τεχνολογία· ανυπόμονη. Με δυσνόητους κώδικες που αναγκάζουν τα άτομα να βγαίνουν ενίοτε απ' το καβούκι τους, να απογυμνώνονται ενώπιον της ομάδας, σ' ένα ανέλπιστο όσο και φλύαρο, εξομολογητικό στριπτίζ. 
Αναμετριόμουν χθες, κατά τις εννέα το βράδυ, με την αμήχανη συνύπαρξη που κανοναρχούν οι ράγες. Διαγωνίως απέναντί μου αμφιταλαντευόταν μεταξύ ύπνου και ξύπνιου μια κατάκοπη πενηντάρα. Αδύνατη, σχεδόν οστεώδης, με νεανικό ντύσιμο. Το σκαμμένο της πρόσωπο αποκάλυπτε μια δύσκολη ζωή. Ο διαπεραστικός κτύπος του κινητού της αναστάτωσε αίφνης την ομήγυρη. «Ναι, αγάπη μου, έρχομαι». Παύση. «Είχα μακαρόνια αλλά θα τα 'φαγαν τα παιδιά. Κοίτα στο ψυγείο μην περίσσεψαν τίποτα φρούτα» είπε θλιμμένα. «Αν πληρωθώ θα φέρω σουβλάκια». 
Μου άρεσε η τρυφερότητα με την οποία απευθυνόταν στον άντρα της. Έμοιαζε μ' ένα αισιόδοξο «όχι» που αντιμαχόταν την καταχνιά των καιρών, επιχειρώντας να ισοσκελίσει το αποκαρδιωτικό «όχι, δεν υπάρχει φαΐ». Κατόπιν σχημάτισε έναν αριθμό στο καντράν. Ο εκνευριστικός ήχος της κλήσης τρυπούσε τη μονοτονία του βαγονιού. Μια, δυο, τρεις, πέντε, επτά… Αγωνιούσαμε όλοι μαζί της πότε θα το σηκώσει επιτέλους τ' αφεντικό. Κρυφοκοιταζόμαστε σαν συνωμότες, κάναμε ξόρκια. Ούτε φωνή ούτε ακρόαση όμως. Αφού δεν λογοδοτεί σε κανέναν, κορόιδο είναι να καταβάλει τα δεδουλευμένα; Αγανακτούσαμε. Αρθρώναμε μεμονωμένα στεντόρεια «όχι» στην κατάρα των μνημονίων, που καταδικάζει στην ανέχεια τους ευάλωτους· εμάς τους ίδιους. Η αυθόρμητη αντίστασή μας τροχοπεδούσε στον επόμενο σταθμό, όπου ένας ένας αποχωρούσαμε για να χωθούμε στο αδιαπέραστο κέλυφός μας. Με μολυβένιους ουρανούς και κάμποσα νερά μας συνοδεύουν άναυδα τα μετέωρα. 
Μετέωρος meteoros@efsyn.gr

* Αφιερωμένο εξαιρετικά στη σημερινή 74η επέτειο του «Όχι», μοναδική περίοδο στην πρόσφατη Ιστορία μας που ήμασταν μονοιασμένοι!

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Η διορατικότητα του Δαλάι Λάμα


Ρωσικό Ιστιοφόρα Άγιος Πέτρος στο Αργοστόλι Κεφαλονιάς

H Διορατικότητα του  Δαλάι Λάμα
Από την στιγμή της γέννησής μας, είμαστε υπό την φροντίδα και την καλοσύνη των γονιών μας. Αργότερα όταν είμαστε ηλικιωμένοι και γεράσουμε και είμεθα καταπιεσμένοι από αρρώστιες, πάλι εξαρτώμεθα από την καλοσύνη των συνανθρώπων μας.
Δεδομένου ότι στην αρχή και στο τέλος της ζωής μας είμαστε εξαρτημένοι από την καλοσύνη των άλλων, πως είναι δυνατόν στο άνθος  της ζωής μας να μην δείχνουμε καλοσύνη προς τους άλλους ανθρώπους;    

Μετάφραση  Γαβριήλ Παναγιωσούλης
  


Insight from the Dalai Lama,
Right from the moment of our birth, we are under the care and kindness of our parents, and then on our life, when we are pressed by sickness and become old, we are again dependent on the kindness of others.
Since at the beginning and at the end of our lives we are so dependent on other’s kindness, how can it be that in the middle we neglect kindness toward others?

Gabriel Panagiosoulis
Οι φωτογραφίες από την ιστοσελιδα iKefalonia 




Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

Το αντιφατικό πορτραίτο του Έλληνα...


Ξεφυλλίζω τις φυλαγμένες από καιρό σελίδες της στήλης Πατριδογνωσία του ένθετου περιοδικού «Κ» της εφημερίδας Καθημερινή της Κυριακής, όπου η δημοσιογράφος Άννα Γριμάνη φιλοξενούσε, κάθε εβδομάδα, τις απαντήσεις διακεκριμένων Ελλήνων του εξωτερικού σε συγκεκριμένα ερωτήματα. Μέσα απ’ αυτήν την «τυποποιημένη συνέντευξη», επιχειρούσε να ανιχνεύσει ό,τι σχετίζεται, μ’ αυτό που αποκαλούμε «Ελληνικότητα». Οι τοποθετήσεις και οι απόψεις –αντιφατικές πολλές φορές– των αξιόλογων συμπατριωτών μας, προσδιορίζουν με τον καλύτερο τρόπο την «υπέροχη εκδοχή του Έλληνα». Το αν «είναι προσόν ή μειονέκτημα να είσαι Έλληνας σήμερα», το αν, τελικά, «η ελληνικότητα είναι αίσθημα ή συνείδηση», καθώς και την «ταυτότητά» του.
Στις αναφορές τους εστιάζονται αρνητικά και θετικά στοιχεία ιδίως στα πατροπαράδοτα ελληνικά πρότυπα, όπως π.χ. του ήρωα, του σοφού, του έξυπνου, της περιούσιας φυλής μας, δίνοντας τις δικές τους απόψεις. Απ’ όλα αυτά, επιλέγω και αντιγράφω, χαρακτηριστικά, κάποια απ’ όσα είπαν για την αδιαπραγμάτευτη ελληνική αλήθεια.
Παράδειγμα: Για την «υπέροχη εκδοχή του Έλληνα» μερικές από τις τοποθετήσεις τους ήταν: «Εκεί που αρχίζεις να ντρέπεσαι που λέγεσαι Έλληνας, θυμάσαι κάτι εξαιρέσεις και δακρύζεις». «Η έμφυτη ικανότητα που έχει (ο Έλληνας) να διακρίνει τι είναι σημαντικό στη ζωή και να αριστεύει με ταπεινοφροσύνη». «Να έχεις προδώσει την κληρονομιά σου σε κάθε παραμικρή της πτυχή, να έχεις εξευτελίσει στο έπακρο την ευγένεια της καταγωγής σου, και να θέλεις να καλύψεις τον εκβαρβαρισμό σου με συναισθηματική φτήνια καυχήσεων για προγονικό πλούτο που κυριολεκτικά αγνοείς».
Για το αν είναι «προσόν ή μειονέκτημα να είσαι Έλληνας σήμερα;» κάποιες απαντήσεις ήταν: «Με συνείδηση, είναι σίγουρα προσόν. Χωρίς, φοβάμαι ότι αυτά που μας χαλάνε προσθέτουν δυσβάσταχτα βάρη στον συναγωνισμό με τον υπόλοιπο κόσμο». «Είναι προσόν η αυτογνωσία αυτού που είσαι σήμερα και το γεγονός ότι δεν χρησιμοποιείς την Ιστορία και το παρελθόν σαν άλλοθι γι' αυτό που δεν μπορείς πάντα να επιτύχεις». «Για όποιον αγωνίζεται να επιβιώσει εκτός συνόρων, πιστεύω πως είναι προσόν. Για τους υποχρεωμένους να ανθίστανται στην εντός των συνόρων πραγματικότητα, θα έλεγα μάλλον ότι πρόκειται περί μειονεκτήματος». «... Ούτε προσόν, θα έλεγα, ούτε μειονέκτημα. Ευλογία μόνο ή κατάρα. Ανάλογα με τη στιγμή και τη διάθεση».
Για παράδειγμα στην ερώτηση: Με ποια ταυτότητα οι Έλληνες περιέρχονται στον σύγχρονο κόσμο; Οι απαντήσεις είναι άξιες προσοχής και ποικίλουν μεταξύ τους, όπως: «Λόγω της αναντίρρητης συμβολής του ελληνικού στον παγκόσμιο πολιτισμό, το άκουσμα της λέξης “Έλληνας” προκαλεί συνήθως θετικές αντιδράσεις. Αυτές συνήθως μετριάζονται, όταν στο κλασικό ιδεώδες αντιπαρατεθεί η σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα». «Συνήθως με την ταυτότητα των προγόνων μας και μια ομιχλώδη σύγχρονη παρουσία. Γιατί όλα μάς φταίνε, ενώ ουσιαστικά οι φταίχτες είμαστε εμείς». «Ο Έλληνας πορεύεται με τα πιστεύω και τις καταβολές του Τόπου που τον γέννησε, τα πρέπει της οικογένειας που τον ανέθρεψε και του βαθύτερου παρορμητικού εαυτού του, που τον οδηγεί στους προσωπικούς του δρόμους». «Με το διεισδυτικό μάτι και την τόλμη του Οδυσσέα εκείνοι, με την κουτοπονηριά του Καραγκιόζη οι άλλοι». «Με την ταυτότητα του ανθρώπου που ελάχιστα παράγει και άπειρα καταναλώνει».
Στο δε ερώτημα αν η ελληνικότητα είναι αίσθημα ή συνείδηση σημειώνω τα παρακάτω: «Είναι αίσθημα βαπτισμένο στη συνείδηση». «Είναι συνείδηση που πρέπει να απευθύνεται στο αίσθημα, γιατί και τα δύο είναι οι βασικοί παράγοντες της δημιουργίας. Ο Έλληνας, όταν χρησιμοποιεί τη συνείδηση και το αίσθημα, μεγαλουργεί». «Και τα δύο. Αίσθημα που συνειδητοποιείται. Συνείδηση που λειτουργεί ως αίσθημα. Τα αισθήματα είναι μέρος αυτού που λέμε συνείδηση και, λόγω της μακρόχρονης ιστορίας μας, είτε το θέλουμε είτε όχι, κουβαλάμε βαρύ φορτίο».
          Έχω την εντύπωση πως με κάποια απ’ αυτά θα συμφωνήσουμε και με άλλα όχι. Ωστόσο, επειδή τα έχουν διατυπώσει Έλληνες, δεν ενοχλούν τόσο. Αν είχαν τολμήσει να τα ξεστομίσουν ξένοι, σίγουρα, πολλά, επ’ ουδενί λόγω, θα τα ανεχόμασταν. Για τούτο όπως το έχει διατυπώσει ο Νίκος Δήμου ο Έλληνας δεν συγχώρησε ποτέ όσους «μισέλληνες» ζωγράφισαν το πορτραίτο του. 


Δημοσιεύτηκε το Σάββατο 4 Οκτωβρίου στη στήλη μου:
«Χρονογράφημα από την Αθήνα» στην Εφημερίδα της Νέας Υόρκης.

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Στα blog που βρίσκουμε τους εαυτούς μας


Τα ιστολόγια, όπως αποκαλούνται στην ελληνική, τα κοινώς ονομαζόμενα blogs, αποτελούν, στον συνεχώς αναπτυσσόμενο τομέα του διαδικτύου, μια κουλτούρα, έναν τρόπο έκφρασης και σκέψης, (για όσους φυσικά το τολμούν) ένα παράθυρο ελευθερίας, αν θέλετε, κι ακόμα, έναν πολύ σημαντικό χώρο δημιουργίας.
Η ευκολία της δημιουργίας του από κάθε απλό χρήστη, με ή χωρίς ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις, το μηδενικό κόστος διατήρησης αλλά και διαχείρισης ήταν οι λόγοι που συνέτειναν στην εξάπλωσή του.
Η νέα αυτή κοινωνική έκφραση, κατόρθωσε μέσα σε ελάχιστο χρόνο, να αποκτήσει μεγάλη δύναμη, δίνοντας τον λόγο και τον τρόπο σε πολλούς να καταθέτουν απόψεις με επιχειρήματα, σχόλια και γνώμες, που, δίχως να καταβάλλουν πολύ κόπο, έκαναν το δυνατό ώστε να ακούγεται ελεύθερα ο λόγος τους σε ένα ανεκτό επίπεδο.
Σ’ αυτά αποτυπώνονται, ελεύθερα κι αβίαστα, τα συναισθήματα, οι χαρές, οι πίκρες, οι εντάσεις, οι θυμοί, αλλά και άλλα τινά ευαίσθητης σημασίας που χρησιμεύουν, μπορώ να πω, και σαν μια προσωπική εκτόνωση.
Πιστεύω στην απόλυτη ανεξαρτησία της γραφής, αν και πολλές φορές η θέση, η αντίθεση και η αντιπαράθεση σε διάφορα θέματα δημιουργεί εκρήξεις - ιδίως στα σχόλια.
Σε προσωπικό επίπεδο, είναι αλήθεια πως δεν ήξερα τι έψαχνα να βρω... Ίσως τον εαυτό μου... Ίσως να είχα και λίγο ψώνιο και να το έκρυβα… Κι είναι φορές που αναρωτιέμαι: τι ήταν αυτό που τελικά μ’ έσπρωξε σ’ αυτή τη δημιουργία. Οι απαντήσεις που βρήκα ίσως να δείχνουν βολικές ή αφελείς, αν θέλετε. Στην αρχή σκέφτηκα κι είπα για την παρέα. Για να γράφω ό,τι μου αρέσει, να ασχολούμαι με κάτι, ν’ ακουμπώ κάπου όσα με άγγιζαν, όσα με έπνιγαν κι όσα με θύμωναν, ανάλογα με τη διάθεσή μου. Να καταγράφω τα σκιρτήματα της ψυχής μου. (Βάσανο μεγάλο να δυναστεύεται κανείς από συναισθήματα). Ακόμη για να θυμίζω και να δείχνω –καταθέτοντας αισθητικά– ό,τι αγαπώ. Να χαμογελώ, να χαίρομαι, να μελαγχολώ, να θλίβομαι, να προβληματίζομαι, να περιπλανιέμαι σε χώρους άλλων, εκεί όπου συναντούσα –και συναντάω ακόμη– ανθρώπους που αμοιβαία αλλάζαμε τα τιμαλφή της αγάπης και της φιλίας μας. Ανθρώπους όμορφους, πρόσχαρους, φιλόδοξους, σπάνιους, μοναχικούς, ιδεολόγους, ποιητές, χιουμορίστες, ταλαίπωρους… Αλλά από την άλλη αντιμετώπιζα και μικρόψυχους, εμπαθείς, ενίοτε και υβριστές, από τους οποίους δεχόμουν ανυποψίαστος τα φιλήματα του Ιούδα και τα δόρατά τους.

Με λίγα λόγια κι εδώ είναι, όπως το διατυπώνει ένας φίλος μου, μια μικρογραφία της κοινωνίας μας.